ΔΙΔΑΧΗ ΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ. π.Μάρκου Φώσκολου
Πρόλογος
Το έτος 1873 ανακαλύφθηκε στη Βιβλιοθήκη της Μονής του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων στην Κωνσταντινούπολη, από το μητροπολίτη Νικομήδειας Φιλόθεο Βρυέννιο, ένας χειρόγραφος περγαμηνός κώδικας (Codex Hierosolymitanus 54 Η), ανάμεσα στα περιεχόμενα του οποίου υπήρχε αντιγραμμένη και μια μικρή κατηχητική πραγματεία που έφερε τον τίτλο «Διδαχή των δώδεκα Αποστόλων». Ο ίδιος μητροπολίτης δημοσίευσε το μικρό αυτό κατηχητικό έργο δέκα χρόνια αργότερα, στα 1883. Ο περγαμηνός αυτός κώδικας είχε αντιγραφεί στα 1056 από παλαιότερο χειρόγραφο και περιέχει, εκτός από τη “Διδαχή”, και άλλα παλαιοχριστιανικά κείμενα.
Το έργο αυτό αποτελείται από 16 μικρά κεφάλαια και είναι γραμμένο στα ελληνικά, από άτομο που η ελληνική γλώσσα δεν ήταν η μητρική του, πιθανότατα εβραϊκής καταγωγής, αφού το κείμενο περιέχει κάποιους εβραϊσμούς. Το κείμενο ήταν γνωστό όχι μόνο στους εκκλησιαστικούς συγγραφείς και στους Πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι το χρησιμοποίησαν στα έργα τους, αλλά ήταν και ευρύτερα γνωστό κατά τη χριστιανική αρχαιότητα, αφού πολλές διατάξεις που περιέχονται στη “Διδαχή” (έτσι πια ονομάζεται στη χριστιανική Γραμματολογία και στην Πατρολογία) συμπεριλήφθηκαν στο Κανονικό Δίκαιο της αρχαίας Εκκλησίας. Στα χρόνια του ιστορικού Ευσεβίου, υπήρχε και κάποια συζήτηση ανάμεσα στους εκκλησιαστικούς συγγραφείς και, ίσως, και μέσα στις χριστιανικές κοινότητες, για το αν έπρεπε αυτό το κείμενο να θεωρείται «θεόπνευστο», δηλ. αν θα έπρεπε να συμπεριληφθεί ανάμεσα στα λεγόμενα «κανονικά» βιβλία της ΚΔ.
Το μικρό αυτό βιβλίο δεν τοποθετείται, σήμερα, ανάμεσα στα θεόπνευστα βιβλία του κανόνα της ΚΔ, αλλά χαίρει ιδιαίτερου σεβασμού, τόσο ανάμεσα στους μελετητές, όσο και στους απλούς χριστιανούς που προσπαθούν, μέσα από τις πηγές της πίστεως και της λατρείας, να εμβαθύνουν και να ζήσουν τη χριστιανική τους πίστη, σε έναν κόσμο τόσο διαφορετικό, αλλά και ταυτόχρονα τόσο όμοιο με τον κόσμο του τέλους του 1ου μ.Χ. αιώνα, οπότε και θα πρέπει να γράφτηκε η “Διδαχή”.
Όχι μόνο η αρχαιότητα αυτού του βιβλίου, αλλά ιδιαίτερα το περιεχόμενο του, με έπεισε να το μελετήσω και να το προσφέρω στην προσοχή και της τοπικής μας Εκκλησίας, όντας σίγουρος, πως ένα τέτοιο κείμενο μπορεί να συμβάλλει στην οικοδομή της2. Είναι αδιαμφισβήτητο, πως και με τα αξιοσέβαστα αυτά κείμενα μπορεί στις μέρες μας να μιλήσει το Πανάγιο Πνεύμα σ’ εκείνους που έχουν ήδη διδαχθεί για τη Βασιλεία των Ουρανών, και γνωρίζουν να βγάζουν «από το θησαυρό» της Εκκλησίας «νέα και παλαιά» (Μτ 13,52).
ΕΚΔΟΤΗΣ: | ΓΡΑΦΕΙΟΝ ΚΑΛΟΥ ΤΥΠΟΥ |
---|---|
ΕΤΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ: | 1994 |
ΣΕΙΡΑ | ΠΑΤΕΡΙΚΟΣ ΑΜΒΩΝΑΣ |
ΣΕΛΙΔΕΣ: | 190 |
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: | π. ΜΑΡΚΟΣ ΦΩΣΚΟΛΟΣ |
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: | π. ΜΑΡΚΟΣ ΦΩΣΚΟΛΟΣ |
Σχετικά βιβλία
-
ΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ. Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’
Με την ευκαιρία των 100 ετών της Rerum Novarum.
ΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ-ΑΤΟΜΙΚΗ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ
ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ
ΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ
-
ΤΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥΣ, π. Ιωάννης Μαραγκός, π. Γαβριήλ Μαραγκός
Αντιγράφουμε από τον πρόλογο της έκδοσης:
«Τα πιο αρχαία κείμενα που έχουμε στην κατοχή μας είναι αποστολικές επιστολές. Αλλά οι επιστολές αυτές προϋποθέτουν την ύπαρξη μιας προγενέστερης ευαγγελικής παράδοσης, αυτής ακριβώς που διαμορφώθηκε στα τρία πρώτα ευαγγέλια από το ένα μέρος, και στο ευαγγέλιο του Ιωάννη από το άλλο. Μια παράδοση που μαρτυρείται από τον 20ό αιώνα βεβαιώνει ότι η πρώτη ευαγγελική συλλογή συντέθηκε από το Ματθαίο “σε εβραϊκή γλώσσα” (στην ουσία αραμαϊκή). Αλλά δεν έχουμε πια αυτό το έργο στα χέρια μας. Μπορούμε μόνο να υποψιαστούμε την παρουσία του στο υπόβαθρο των τριών Συνοπτικών. Στην χριστιανική κοινότητα της Ιερουσαλήμ, που έγινε πολύ γρήγορα δίγλωσση (Πραξ 6), το ευαγγελικό υλικό μεταδιδόταν σε διπλή μορφή, αραμαϊκή και ελληνική.
-